Tuesday, January 24, 2006
Μπουρμπούλια μου άνοιξες τα μάτια μες στο κρύο!
Καλημέρες. Τι έγινε, κρυώνουμε κρυώνουμε; Πουλάκια μουυυυ... Σας έγιναν τα απαυτά κασάτα ε; Ξέρω ξέρω και μένα. Έκανα την βλακεία να βγώ έξω μονο με τζηνάκι και ένα ταπεινό, αλλά σέξυ μποξεράκι από μέσα και μέχρι να πάω στο αυτοκίνητο (μιλάμε για καμια 20αριά μέτρα) είχαν όλα τελειώσει.
ΑΝΘΡΩΠΟΙ ! ! Μην πανικοβάλλεστε! Μην τρελλαίνεστε. Απλά κρύο έχει και παγωνιά. Χαλαρώστε επιτέλους. Εντάξει χιονίζει κιόλας. Εντάξει καταλάβαμε, το δαγκώνετε οι περισσότεροι. Υπάρχουν και χειρότερα όμως. Καλά στις μεγάλες πόλεις τι να κλάσετε ρε φλούφληδες που με το που κάνει πως πέφτει μια νιφάδα παρακαλάτε να το στρώσει για να ψοφονταρέψετε σπίτια σας και να την κάνετε κοπάνα από τις δουλειές σας... Στα χωριά τραβάνε το αγγούρι. Γιατί άντε να είσαι στην πολυκατοικιούλα σου στο Παγκράτι με την θέρμανσή σου, ίσως και το τζακάκι σου αν είναι και νεόδμητη (ναι υπάρχουν νεόδμητες στο Παγκράτι), με τα κονιακάκια σου, τα ξηρά καρπά σου και το ντιβιντί σου, και άντε να είσαι στην Μέσα Παναγιά, στο σχεδόν καλύβι σου που μπάζει περισσότερο και από τον Τιτανικό, να είσαι καμιά 80αριά χρονών, και να πρέπει να πας έξω που έχει κανα μέτρο χιόνι να κόψεις ξύλα, για να μην σε βρούν εσένα το άλλο πρωί ξύλο. Για αυτό σας λέω πως κάνετε έτσι; Κόπηκε λέει το ρεύμα στα Βριλήσσια το πρωί κάποια στιγμή και τα είχαν πάρει. Δεν έχω κάτι με τους Βριλησσιώτες και τις Βριλησσιώτισες (χμμ... λες και να μην το θυμάμαι;) αλλά εντάξει μωρέ σας κόπηκε το ρευματάκι και κρύωσε το βου-πού κωλαράκι σας; Σιγά ρε, κάντε λίγη υπομονή. Στις 9 κόπηκε, στις 9 και 5 θέλατε να είναι όλα οκ. Γκρινιάρηδες.. Περιμέντε λίγο..
Εδώ πάντως έχει ξεκωλιαστεί να φυσάει. Ναι βέβαια χιονίζει κιόλας κλπ αλλά κυρίως φυσάει. Όλο το βράδυ $@$*θηκε ! Έχω και μια φορητή ψησταριά στο μπαλκόνι, φοβόμουν μην την πάρει και τη σηκώσει και την φορέσει καπέλο σε κανά αυτοκίνητο ή κορώνα σε κανάν κακομοίρη που περνάει. Αλλά όσο και αν φοβόμουν εγώ στις 2 δεν έβγαινα στο μπαλκόνι με τί-ποτούα! Το κόζαρα πόσο κρύο είχε και ήμουν σίγουρος πως θα χρειαζόταν σκύλος του αγίου Βερνάρδου (τι; αυτός είναι λέει ξένος άγιος και εδώ δεν έχουμε τέτοια; και ποιον άγιο να βάλω ρε; τον άγιο Σώστη;έχει και αυτός σκυλιά; χμ..όχι τον άγιο Νικόλα; τι; ναυτικούς σώζει; α.. δηλαδή άμα δεί στεριανό να κινδυνεύει τον γράφει; ωχ καλά δεν απαυτωνόμαστε λέω γω..) για να με σώσει από το μπαλκόνι μου. Οπότε την άφησα την ψησταριά έξω, και ευτυχώς το πρωί που ξύπνησα ακόμα εκεί ήταν και όλα καλά όλα ανθηρά. Τι ανθηρά δηλαδή που έχουν παγώσει μέχρι και ..μέχρι και.. χμμ για πείτε κάτι που δεν παγώνει με τίποτα..εεε.. μέχρι και.. το βρήκα, μέχρι και οι λάμπες της ΔΕΗ. Καλό παράδειγμα αλλά όχι αστείο γαμώτο. Δεν είμαι σε φόρμα σήμερα. Δεν έχω κεφια. Μου χει πέσει το ζάχαρο φαίνεται.
Είναι που πιάσανε τη Μπουρμπούλια. Την σκέφτομαι δηλαδή το βράδυ στις γυναικείες φυλακές μόνη και αβοήθητη και σπαράζει το φυλλοκάρδι μου. Το δεξί όμως. Τόσοι και τόσοι φάγανε τον κώλο τους, αυτή τους πείραξε; Έδειξε και τη βίλα της τώρα πρίν λίγο και μου κατσε η βιταμίνη στις αμυγδαλές. Ρε έτσι τις αγοράζει ο κόσμος τις βίλλες, όχι με την τιμιότης. Δούλεψε να φας και κλέψε να χεις δηλαδή. Διοτί ποιός πάει μπροστά την σήμερον; αρωτώ! Έχετε δεί κανάν στο μεροδούλι να τα τσεπώνει; δεν λέω να ζεί μια χαρούλα και αξιοπρεπώς, μιλάω να το φυσάει. ΌΟΟΟΧΙ. Άμα δεν είσαι ρεμπεσκές και δεν τα μασάς από καναδυό μεριές, δεν βγάζεις άκρη. Βέβαια μπορεί να σε μπαγλαρώσουν και να μετράς τις ψείρες σου σε κανά κελί, δε λέω.(Για να μην πω ότι μπορεί να καταντήσεις η γκόμενα του Μπάμπη του Σουγιά). Αλλά έτσι είναι, μεγάλα κέρδη-μεγάλα ρίσκα.
Το οποίον σημαίνει ότι πρέπει να βρούμε μια επικερδή σχετικά αλλα εντελώς παράνομη δουλειά.
Είχα σκεφτεί το εμπόριο ναρκωτικών. Αλλά δεν μου πάει η συνείδηση ρε γαμώτο να σκοτώνω κοσμάκη. Παραείναι. Μου είχε περάσει μετά από το μυαλό αυτό που έκανε ένας τυπος στη Θεσσαλονίκη, που πούλαγε ντεπόν για έκσταση στα κλαμπ τα Σάββατα. Αλλά πόσα να κερδίσεις και για πόσο. Μπορείς να κοροιδέψεις λίγο κόσμο για πολύ καιρό και πολύ κόσμο για λίγο. Μια δυο, και θα σε πιάναν οι τύποι με τα ντεπόν και θα σε κάναν του αλατιού.
Μετά σκέφτηκα το εμπόριο κίτρινης σαρκός. Ναι να φέρνω από την άπω ανατολή άπω ανατολίτισσες. Αλλά είχε πολλά εμπόδια το σχέδιο. Αντε να βρείς τους συνδέσμους, άντε να τις φέρεις, άντε να βρείς άκρες στα στριπτιτζάδικα, άντε που θα μου πέφταν τα νεφρά στην πρώτη κιόλας φουρνιά και θα τα τέζαρα από τις δοκιμές... άστο να πάει..
Η πλαστογραφία αποκλείεται εξ ορισμού, γιατί τα μηχανήματα κλπ κλπ, η αρχική επένδυση είναι μεγαλύτερη από το κέρδος, άσε που σε πιάνουν με το που θα σκεφτείς να τα τυπώσεις.
Σκέφτηκα τα πάντα. Απάτες, μικροαπάτες, απάτες που αποσπάς ελάχιστο ποσό αλλά από πολύ κόσμο οπότε και βγάζεις λεφτά και δεν ασχολείται κανείς να σε κυνηγήσει, νόμιμες απάτες (όπως αυτή με τον Ελληνάρα στην Αγγλία και το ψεύτικο e-shop με δονητές). Τιποτα, δεν με ικανοποιεί τίποτα.
Οπότε και βρήκα τη λύση για να γίνω ένας σοβαρός και επιτυχημένος απατεώνας
Θα πάω να δώσω κατατακτήριες στη Νομική.. Είναι και η αδερφή μου στο πρώτο έτος, θα με βοηθάει στις εξετάσεις, θα το πάρω το παλιόχαρτο.
Thursday, January 19, 2006
Η επιστροφή του ασώτου
Σε αντίθεση με τα όσα κακεντρεχή και αηθέστατα που ισχυρίζεται αυτός ο κακοπληρωμένος κονδυλοφόρος της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, ο ασαφής τουρίστας, όχι καλοί μου φίλοι δεν είμαι ακόμα αναίσθητος σε κάποιο μπαρουτοκαπνισμένο μπαρ, ούτε κοιμόμουν στο παγκάκι στη στάση στη Μαβίλη με μουστάρδες και λαχανοκαρότο μαγιονέζα (με ταμπάσκο) να μου λεκιάζουν το πουκάμισο.
Στις γιορτές κυρίως φρόντισα την μπυροκοιλιά μου. Την περιποιήθηκα. Την κανάκεψα, την έθρεψα και την μεγάλωσα. Πρέπει να έπεσε μέσα, ίσα με μισό κοπάδι γουρούνια, και μια πλαγιά πρόβατα. Και δεν είμαι σίγουρος, αλλά μάλλον πρασινάδα δεν ακούμπησα καν. Ίσως και νερό..
Ευτυχώς που φέτος δεν το ριξα πολύ στα γλυκά γιατί θα είχα πάει καμια 90αρα κιλά χωρίς το ΦΠΑ.
Επίσης αφού επιτέλους πληρώθηκα, είχα κέφια για έξοδα. (κυρίες και κύριοι, ο μαλάκας). Τώρα τα μετράω πάλι, αλλά καλά περάσαμε, να πάει να απαυτωθεί με ζώα ελευθέρας βοσκής.
Αντίθετα με ό,τι πιστεύει ο κακοήθης τουρίστας έχω αναστηθεί από τις 6 του μηνού. Μετά τις γιορτές ξεκουραζόμουν από την κούραση των γιορτών. Το τι περπάτημα και πήγαινε έλα έριξα δεν λέγεται. Έιδικά μέσα στους Χόντους.... Ναι ρε, μπήκα. Εγώ. Μέσα. Στο. Χόντο. (Θα τα διαβάσει τώρα η άλλη και θα παίξει παντόφλα, αλλά ήρθε η ώρα να ξεσπαθώσουμε εμείς οι ελεύθεροι πολιορκημένοι του Χόντος Σέντερ!)
Έχω την αίσθηση πως πέρασα τις γιορτές εκεί μέσα. Και το χειρότερο είναι πως τις περισσότερες φορές πήγα μόνος μου. Ναι ρε μόνος μου. Αλλά είχα λόγο. Εντάξει οταν έχεις φίλες, αδερφές, μανάδες, κουμπάρες, κλπ κλπ + την δικιά σου, που δεν είναι όλες του τρίπτυχου cd/dvd/βιβλίο, ε ποιο είναι το σιγουράκι για γυναίκα; κανα καλλυντικό. Οπότε παίρνεις βαθιά ανάσα και μπουκάρεις.
Την πρώτη φορά που πήγε μόνος του ο τολμηρός Κθουλιάρης (εγώ) (αλλάζουμε πρόσωπο για δραματοποίηση), ένοιωθε ένα ρίγος να του διαπερνάει τη ραχοκοκαλιά του. Τα πλοκάμια του κινούνταν ανήσυχα. Στο δρόμο είχε γαμωσταυρίσει ένα εκατομμύριο φορές την απόφασή του να κατεβει Γλυφάδα μεσημεριάτικα, αλλά το είχε πάρει απόφαση. Θα έπαιρνε στην Κθουλιάρα του κανα μπόντι κάτι, μπόντι έτσι, ντεμακιγιάζ, πασπαλιψάζ, αρωματιζάζ γενικότερα. Στο Χόντο γινόταν και ας μου συγχωρήσουν οι κυρίες και οι φλούφληδες την έκφραση, της ΠΟΥΤΑΝΑΣ. Και κατά τόπους κυριολεκτικά, της πουτάνας. Η μία απάνω στην άλλη. Ώρες επί ωρών κοιτάζοντας κάποιο ραφάκι με χρωματιστά μπιχλιμπιδάκια (σαν τους Ινδιάνους με τις χάντρες ένα πράμα) και προσπαθώντας να βρούν την σωστή απόχρωση. Διάσπαρτα ζευγάρια που συνήθως τσακώνονται και κάνουν και τον συνηθισμένο διάλογο που κάνει ενίοτε και ο Κθουλιάρης με την Κθουλιάρα του. (Άντε τελείωνε/ μισό λεπτό ακόμα/ κοντεύουμε μισό αιώνα εδώ μέσα/ μη με εκνευρίζεις είπες οτι δεν θα γκρινιάξεις/ είπα ότι δεν θα γκρινιάξω φέτος, τώρα έχει αλλάξει η χρονιά/ μα εγώ θέλω να γίνομαι όμορφη για σένα, και πρέπει να προσέχω τι παίρνω/ αν συνεχίσεις να καθυστερείς τόσο πολύ για να βρείς τι χρώμα γαμοκραγιόν θα φορέσεις, θα κλείσουμε τα 80 και θα έχω πολύ καταρράκτη ή πολύ άνοια για να με νοιαζει αν είσαι όμορφη/ γκρουμφ αντρες)
Ο μικρός Κθουλιάρης ένοιωσε μια δύσπνοια ένα κατιτίς. Ο αήρ ήτο μολυσμένος από ένα εκατομμύριο πατσουλιά, ένα αποπνικτικό σύννεφο αποφοράς και δυσωδίας για τα ευαίσθητα ρουθούνια του. Έπρεπε να κάνει γρήγορα και θα το κατάφερνε. Μέσα σε 10 λεπτά είχε πατήσει τρείς πωλήτριες, και αρκετές πελάτισες, αλλά πήρε αυτά που ήθελε, έκανε θεαματικό πλονζόν πρός τα ταμεία όπου και απλά χρειάστηκε να χαμογελάσει διακριτικά στην πωλήτρια για να την τρομοκρατήσει αρκετά ώστε να του κάνει το λογαριασμό και να την κάνει απο κει μέσα. Βγήκε από τον σιχαμερό ναό με τα πλοκάμια του να ανεμίζουν πίσω του και τις κορες διεσταλμένες από τρόμο. Γονάτισε και έστειλε τις ευχαριστίες στου στον Τσαθόγκουα και τον Άζαθοθ και ορκίστηκε να μην ξαναπατήσει το πόδι του στο κτίριο αυτό...
Εκείνη τη στιγμή χτύπησε όμως το κινητό του. Ήτο η Κθουλιάρα του..
"Το απόγευμα πρέπει να περάσουμε 5 λεπτάκια από τον Χόντο ,έχω κάτι να πάρω. Ε...5 λεπτάκια, ....νταξ..δεν θα είμαστε και με το ρολόι"
Ο μικρός Κθουλιάρης ούρλιαξε..
υ.γ : Και μπορεί η Κθουλιάρα να είναι πολύ διαβαστερή και μουσικόφιλος, αλλά ευτυχώς είναι και εντελώς γυναίκα, και όποτε μπαίνει εκεί μέσα, χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα.. θα σας πω στο επόμενο τι τράβηξα την παραμονή της Πρωτοχρονιάς